ἐξάπτοντας

ἐξάπτοντας
ἐξάπτω
fasten from
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • δημαγωγία — Όρος που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι και έχει καθιερωθεί πια διεθνώς. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν δημαγωγό τον ρήτορα του οποίου η ευγλωττία ενθουσίαζε τους ακροατές ή τον πολιτικό που ήξερε να παρασύρει τον λαό. Στον Αριστοτέλη (Πολιτικά, βιβλ.… …   Dictionary of Greek

  • Φοριέλ, Κλοντ — (Fauriel, Σεντ Ετιέν 1772 – Παρίσι 1844). Γάλλος συγκριτικός φιλόλογος και κριτικός. Ήταν φίλος της Μαντάμ ντε Σταλ, που τον έφερε σε επαφή με τους Γερμανούς λόγιους και φιλόσοφους, όπως οι αδελφοί Σλέγκελ. Ο Σατοβριάνδος εκτιμούσε το πνεύμα του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”